Το Πάσχον Γόνατο

Το Πάσχον Γόνατο {noPicture}

ΤΟ ΠΑΣΧΟΝ ΓΟΝΑΤΟ


Η άρθρωση του γόνατος είναι η μεγαλύτερη και πιο πολύπλοκη και ως εκ τούτου η άρθρωση στο σώμα που επιβαρύνεται περισσότερο. Το γόνατο μπορεί να επηρεαστεί από διάφορες παθήσεις που καθιστούν την κίνηση του επώδυνη και περιορισμένη.
 
ΑΡΘΡΙΤΙΔΑ

Τι είναι η αρθρίτιδα;
Αρθρίτιδα στην κυριολεξία σημαίνει "φλεγμονή της άρθρωσης". Φλεγμονή είναι η φυσιολογική αντίδραση του οργανισμού σε ένα ερεθισμό (πχ τραύμα, φθορά, τοξίνες, μικρόβια). Σε ορισμένες μορφές αρθρίτιδας, όπως η οστεοαρθρίτιδα, η φλεγμονή οφείλεται στη φθορά του αρθρικού χόνδρου. Σε άλλες μορφές αρθρίτιδας, τις φλεγμονώδεις αρθρίτιδες (π.χ. ρευματοειδής αρθρίτιδα), ο αρθρικός υμένας φλεγμαίνει ως μέρος μιας συστηματικής νόσου. Η αρθρίτιδα επηρεάζει πάνω από 40 εκατομμύρια ανθρώπους στις ΗΠΑ, πάνω από 10 εκατομμύρια στο Ηνωμένο Βασίλειο και δεκάδες εκατομμύρια σε όλο τον κόσμο.
 
 
 
Ποιά είναι τα συμπτώματα της αρθρίτιδας;
Η αρθρίτιδα σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί μια επικίνδυνη για την ζωή του ασθενούς νόσο, επηρεάζει όμως σημαντικά τη ποιότητα της ζωής του. Η αρθρίτιδα προκαλεί πόνο και περιορισμό στην κίνηση του γόνατος, συμπτώματα τα οποία μπορεί να στερήσουν από ένα άτομο τη δυνατότητα να εκτελεί συνηθισμένες καθημερινές δραστηριότητες. Στα πρώτα στάδια της νόσου ο πόνος οφείλεται στην φλεγμονή που αναπτύσεται. Στα μεταγενέστερα στάδια, όταν ο χόνδρος έχει φθαρεί εντελώς τα αρθρούμενα οστά δεν κινούνται ομαλά το ένα πάνω στο άλλο αλλά τρίβονται μεταξύ τους. Σε αυτό το στάδιο η κύρια αιτία του πόνου είναι η μηχανική τριβή ενώ το γόνατο προοδευτικά παραμορφώνεται δίνοντας την εντύπωση ότι το πόδι του ασθενούς "στραβώνει".
 
 
 Οστεοαρθρίτιδα
 
Η οστεοαρθρίτιδα χαρακτηρίζεται από την προοδευτική φθορά του αρθρικού χόνδρου που μπορεί να φτάσει μέχρι σχεδόν την πλήρη καταστροφή του και την αποκάλυψη του υποχόνδριου οστού. Η οστεοαρθρίτιδα είναι μια πάθηση μη αναστρέψιμη (ο χόνδρος που έχει φθαρεί δεν αναπτύσσεται ξανά).
 
Η οστεοαρθρίτιδα είναι η συχνότερη αιτία αρθρίτιδας και έχει δύο τύπους:
- την πρωτοπαθή (ιδιοπαθή, εκφυλιστική) και
- την δευτεροπαθή
 
Η πρωτοπαθής οστεοαρθρίτιδα του γόνατος ξεκινάει με πόνο και δυσκαμψία για να καταλήξει σε μείωση της κινητικότητας, χρόνιο πόνο ακόμα και παραμόρφωση. Είναι αγνώστου αιτιολογίας (ιδιοπαθής) και αποτελεί μια εκφυλιστική νόσο των αρθρώσεων. Η εκφυλιστική οστεοαρθρίτιδα είναι πιο συχνή σε άτομα άνω των 65 ετών, σε άτομα με οικογενειακό ιστορικό αρθρίτιδας και σε άτομα που με τον τρόπο ζωής τους υπερφορτίζουν τις αρθρώσεις, όπως οι αθλητές και οι εργάτες.
 
Η δευτεροπαθής οστεοαρθρίτιδα είναι γνωστής αιτιολογίας και εμφανίζεται πιο συχνά σε άτομα μικρότερης ηλικίας. Παράγοντες όπως οι αναπτυξιακές ανωμαλίες, οι επαναλαμβανόμενες κακώσεις, η παχυσαρκία και η κληρονομικότητα συμβάλουν στην πρόωρη ανάπτυξη της οστεοαρθρίτιδας του γόνατος. Τα πιο συχνά αίτια είναι:

 Σχαλιδωτική οστεοχονδρίτιδα
Εκφύλιση του γόνατος μπορεί επίσης να προκληθεί από μια κατάσταση που αναφέρεται ως οστεοχονδρίτιδα. Αυτή κυρίως προσβάλλει νέους ενήλικες και εφήβους. Σε αυτή το υποχόνδριο οστό σε ορισμένα σημεία (κυρίως στους έσω μηριαίους κονδύλους) γίνεται μαλακό και χάνει την συνοχή του με το υπόλοιπο οστό. Σε προχωρημένα στάδια αυτό το τμήμα του οστού μπορεί να αποκολληθεί και να λειτούργει σαν ελεύθερο σώμα εντός της άρθρωσης. Αυτά τα ελευθέρα σώματα ποικίλουν σε μέγεθος και μπορούν να προκαλέσουν αστάθεια, πόνο ή μηχανικό block.

 Οστεονέκρωση
Για λόγους που δεν είναι απόλυτα τεκμηριωμένοι (π.χ. λήψη κορτιζόνης σε μεγάλες δόσεις, δρεπανοκυτταρική αναιμία κλπ) ένα τμήμα του μηριαίου η του κνημιαίου κονδύλου μπορεί να υποστεί έμφραγμα που οδηγεί σε ισχαιμική νέκρωση. Το αποτέλεσμα είναι το νεκρωμένο υποχόνδριο οστό να μην μπορεί να υποστηρίξει τον υπερκείμενο αρθρικό χόνδρο, να υποχωρεί και ο κόνδυλος να χάνει το σχήμα του.

 Μετατραυματική αρθρίτιδα
Τραυματική αρθρίτιδα προκύπτει από ένα σοβαρό τραυματισμό στο γόνατο, όπως ένα κάταγμα, μια συνδεσμική βλάβη ή μια ρήξη μηνίσκου. Η επίδραση του ατυχήματος προκαλεί επίσης μίνι τραύμα στο αρθρικό χόνδρο που την πάροδο του χρόνου, εξελίσσεται σε οστεοαρθρίτιδα, προκαλώντας πόνο στο γόνατο και ακαμψία.

 Λοιμώδης αρθρίτιδα
Τα μικρόβια και οι τοξίνες που εκκρίνουν αυτά προκαλούν, αν δεν αντιμετωπιστούν εγκαίρως, άμεση καταστροφή του χόνδρου. Αν αυτό συμβεί στην παιδική ηλικία η αρχιτεκτονική δομή του ισχίου καταστρέφεται γιατί το ισχίο σε αυτή την ηλικία αποτελείται κυρίως από χόνδρο. με αποτέλεσμα την ανάπτυξη πρόωρης οστεοαρθρίτιδας.
 
 Φλεγμονώδες Αρθρίτιδες

Η ρευματοειδής αρθρίτιδα είναι το αρχέτυπο της φλεγμονώδους αρθρίτιδας. Αποτελεί συνήθως μέρος μιας γενικότερης ασθένειας που τελικά προσβάλει πολλές αρθρώσεις. Αυτή είναι μια αυτοάνοση νόσος στην οποία το ανοσοποιητικό σύστημα του σώματος επιτίθεται στις υγιείς αρθρώσεις, στους ιστούς και στα όργανα. Συμβαίνει συχνότερα στις γυναίκες σε αναπαραγωγική ηλικία (15-44) και προσβάλει τον αρθρικό υμένα των αρθρώσεων. Μπορεί να προκαλέσει πόνο, δυσκαμψία, οίδημα και απώλεια της λειτουργίας στις αρθρώσεις. Οι ασθενείς με φλεγμονώδη αρθρίτιδα αισθάνονται δυσκαμψία για παρατεταμένες χρονικές περιόδους κυρίως τα πρωινά. Αυτή η δυσκαμψία υποχωρεί σταδιακά με την δραστηριότητα κατά τη διάρκεια της ημέρας. Στο τελικό στάδιο οδηγεί σε σταδιακή διάβρωση του χόνδρου όλων των προσβεβλημένων αρθρώσεων προκαλώντας την παραμόρφωσή τους. Η ρευματοειδής αρθρίτιδα προσβάλλει κυρίως τις αρθρώσεις των χεριών και των ποδιών και τείνει να είναι συμμετρική. Καμία άλλη μορφή αρθρίτιδας δεν είναι συμμετρική.
 
Άλλες μορφές φλεγμονώδους αρθρίτιδας που σπάνια προσβάλουν το ισχίο είναι:
- Αγκυλοποιητική σπονδυλίτιδα
- Ουρική αρθρίτιδα (Ποδάγρα)
- Αντιδραστική αρθρίτιδα
- Η ψωριασική αρθρίτιδα
- Συστηματικός ερυθηματώδης λύκος

Ποιά είναι η θεραπεία της αρθρίτιδας;
Η θεραπεία της αρθρίτιδας του ισχίου επικεντρώνεται στη μείωση του πόνου και τη βελτίωση της κινητικότητας της άρθρωσης. Στην αρχή είναι συντηρητική και περιλαμβάνει: φυσιοθεραπεία, ανάπαυση, έλεγχο του σωματικού βάρους, αποφόρτιση, φάρμακα από το στόμα (ΜΣΑΦ) και ενδοαρθρικές εγχύσεις.

Όταν ο πόνος αρχίζει να περιορίζει τις συνηθισμένες καθημερινές δραστηριότητες παρά τη λήψη των ΜΣΑΦ και η κίνηση της άρθρωσης μειώνεται σε μεγάλο βαθμό η χειρουργική θεραπεία αποτελεί τη μόνη λύση.  Η χειρουργική επέμβαση λέγεται αρθροπλαστική (ολική αρθροπλαστικήή αρθροπλαστική επιφανείας) και περιλαμβάνει την εμφύτευση μιας τεχνητής άρθρωσης (πρόθεση) η οποία αντικαθιστά την φθαρμένη συνήθως με τεχνικές ελάχιστης επεμβατικότητας για ταχύτερη ανάρρωση.
 
 Κάκωση των Μηνίσκων

Το γόνατο έχει δύο μηνίσκους (έσω και έξω), οι οποίοι έχουν σχήμα C, αποτελούνται από χόνδρινο ιστό και συνεισφέρουν στην σταθερότητα του γόνατος ενώ λειτουργούν ως αμορτισέρ απορροφώντας τους κραδασμούς. Ο μηνίσκος βελτιώνει επίσης την επαλληλία των δύο αρθρικών επιφανειών της άρθρωσης.

Απώλεια μέρους ή του συνόλου ενός μηνίσκου μειώνει την ικανότητά του να επιτελεί τη λειτουργία του ως αμορτισέρ. Το τελικό αποτέλεσμα είναι η ταχύτερη εκφύλιση του αρθρικού χόνδρου και η ανάπτυξη πρόωρης αρθρίτιδας εντός του γόνατος. Απώλεια του έξω μηνίσκου τείνει να αποδιοργανώνει το γόνατο πολύ πιο γρήγορα από ό, τι η απώλεια του έσω μηνίσκου.

 
Δεδομένου ότι η λειτουργία του μηνίσκου είναι τόσο σημαντική για τη διατήρηση της μακροζωίας του γόνατος, η διατήρηση όσο το δυνατόν περισσότερου μηνίσκου μετά από μια ρήξη είναι ζωτικής σημασίας. Παραδοσιακά, ο μηνίσκος έχει χωριστεί σε τρεις διαφορετικές ζώνες με την παροχή αίματος να μειώνεται από την κέντρο προς την περιφερική ζώνη. Το δυναμικό επούλωσης επίσης μειώνεται από την κεντρική προς την περιφερική ζώνη του μηνίσκου. Αν και αυτό το μοντέλο έχει καθιερωθεί πολλές πρόσφατες επιστημονικές μελέτες έχουν δείξει ότι στην πραγματικότητα όλες οι ρήξεις του μηνίσκου έχουν τη δυνατότητα να επουλωθούν. Τα στοιχεία αυτά καθιστούν ακόμη πιο επιτακτικό το γεγονός να γίνεται κάθε προσπάθεια για να διατηρηθεί όσο το δυνατόν περισσότερο από το μηνίσκο, μετά από μια ρήξη.
 
Η οξεία («φρέσκια») ρήξη έχει τη δυνατότητα να επουλωθεί αυτόματα (χωρίς χειρουργική επέμβαση), εάν διαγνωστεί και αντιμετωπιστεί νωρίς με κηδεμόνα (νάρθηκα), φυσιοθεραπεία και την παύση όλων των αθλητικών δραστηριοτήτων. Όταν μια ρήξη μηνίσκου αποτυγχάνει να θεραπευτεί συντηρητικά ή προκαλεί περαιτέρω βλάβη στο γόνατο, η χειρουργική αντιμετώπιση με αρθροσκόπηση καθίσταται αναγκαία. Κατά την αρθροσκόπηση διαπιστώνεται αν μια ρήξη μπορεί να συραφτεί ή αν είναι απαραίτητο να αφαιρεθεί το σχισμένο κομμάτι (μερική μηνισκεκτομή).
 
 Κάκωση των Συνδέσμων του Γόνατος

Το γόνατο είναι μια άρθρωση περιορισμένης κίνησης και σταθεροποιείται με τέσσερις ισχυρούς συνδέσμους, τους δυο πλάγιους και τους δυο χιαστούς. Οι πλάγιοι σύνδεσμοι βρίσκονται σε κάθε πλευρά του γόνατος για να αποτρέψουν την αστάθεια ή την υπερβολική κίνηση προς την μία η την άλλη πλευρά (στο οβελιαίο επίπεδο) Οι χιαστοί σύνδεσμοι (πρόσθιος και οπίσθιος) βρίσκονται στο κέντρο της άρθρωσης του γόνατος και δίνουν σταθερότητα στο εμπροσθιοπίσθιο επίπεδο.
 
Κάθε ένας από τους συνδέσμους του γόνατος μπορεί να τραυματιστεί μεμονωμένα ή σε συνδυασμό με άλλους συνδέσμους ή άλλες δομές των μαλακών μορίων και των οστών του γόνατος. Αυτές οι βλάβες μπορεί να είναι το αποτέλεσμα άμεσης πλήξης, αθλητικών δραστηριοτήτων, ή απλά τραυματισμών χαμηλή έντασης κατά τους οποίους όλες οι δυνάμεις κινούνται προς την λάθος κατεύθυνση σε λάθος χρόνο.

 Κάκωση έσω πλαγίου
Ο έσω πλάγιος σύνδεσμος αποτελεί τον κύριο σταθεροποιητή στην εσωτερική πλευρά της άρθρωσης του γόνατος. Εκφύεται από τον έσω μηριαίο κόνδυλο και καταφύεται στην εγγύς εσω πλευρά της κνήμης (κάτω των οστών). Μια ισχυρή βλαισή δύναμη η οποία παρασύρει το γόνατο προς το αντίθετο γόνατο και τον άκρο πόδα προς την αντίθετη κατεύθυνση θα προκαλέσει τραυματισμό στο έσω πλάγιο σύνδεσμο. Ανάλογα με τη σοβαρότητα του τραυματισμού, η κάκωση του έσω πλαγίου συνδέσμου ταξινομείται σε:
 
1ου Βαθμού: Διάταση του συνδέσμου. Τοπική ευαισθησία αλλά όχι αστάθεια
2ου Βαθμού: Μερική ρήξη του συνδέσμου. Εκτεταμένη τοπική ευαισθησία, μικρή αστάθεια.
3ου Βαθμού: Πλήρη ρήξη του συνδέσμου. Αιμάτωμα, αστάθεια στο οβελιαίο επίπεδο.
 
Η πλειοψηφία των κακώσεων του έσω πλαγίου συνδέσμου μπορεί να αντιμετωπιστεί συντηρητικά (χωρίς χειρουργική επέμβαση). Αυτή η θεραπεία μπορεί να αποτελείται από απλή φυσιοθεραπεία, παυσίπονα και τη χρήση ενός κηδεμόνα (νάρθηκα) για την προστασία του συνδέσμου. Σε μία κάκωση 3ου βαθμού με πλήρη ρήξη του έσω πλαγίου συνδέσμου, η χειρουργική επέμβαση μπορεί μερικές φορές να είναι απαραίτητη, αν συνυπάρχουν και άλλες σημαντικές συνδεσμικές βλάβες. Ο έσω πλάγιος σύνδεσμος μπορεί είτε να επισκευαστεί εάν η ζημία αντιμετωπιστεί πολύ νωρίς ή να ανακατασκευαστεί με την χρήση του μοσχεύματος.
 
Σε μια κάκωση του έσω πλαγίου συνδέσμου που δεν χρειάζεται χειρουργική επέμβαση, η επιστροφή στις αθλητικές δραστηριότητες καθορίζεται από το βαθμό της ρήξης και κυμαίνεται από 2 μέχρι και 12 εβδομάδες. Εάν η χειρουργική αποκατάσταση είναι απαραίτητη, τότε η επιστροφή στις αθλητικές δραστηριότητες είναι μετά από 3 έως 9 μήνες.

 
 Κάκωση έξω πλαγίου
Η μεμονωμένη κάκωση του έξω πλαγίου συνδέσμου είναι εξαιρετικά σπάνια. Συνήθως αποτελεί τμήμα μιας σύνθετης κάκωσης με πολύπλοκες και πολλαπλές συνδεσμικές αστάθειες μετά από ένα τραυματισμό υψηλής ενέργειας. Όταν υπάρχει ρήξη του έξω πλαγίου συνδέσμου τότε απαιτείται χειρουργική αποκατάσταση. Αυτό συνεπάγεται μια συρραφή της ρήξης και μια ενίσχυσή της με συμπληρωματική χρήση μοσχεύματος. Η επιστροφή στην αθλητική δραστηριότητα είναι συνήθως μετά από12 έως 18 εβδομάδες.

 
 Κάκωση πρόσθιου χιαστού
Ο πρόσθιος χιαστός σύνδεσμος τραυματίζεται συνήθως κατά την διάρκεια αθλητικών δραστηριοτήτων οι οποίες περιλαμβάνουν απότομη επιτάχυνση ή επιβράδυνση καθώς και απότομες αλλαγές στην κατεύθυνσης της κίνησης του αθλητή. Ο πρόσθιος χιαστός σύνδεσμος μπορεί να υποστεί μερική ή πλήρη ρήξη.
 
Η μερική ρήξη είναι σπάνια και συχνά μπορεί να αντιμετωπιστεί συντηρητικά. Η συντηρητική θεραπεία περιλαμβάνει την προστασία του χιαστού συνδέσμου (αποφυγή αθλητικών δραστηριοτήτων) για μια περίοδο 3 έως 6 μηνών και ταυτόχρονη φυσιοθεραπεία. Στην πλειονότητα των περιπτώσεων, η ρήξη του προσθίου χιαστού συνδέσμου είναι πλήρης. Η πλήρης ρήξη του προσθίου χιαστού συνδέσμου ορισμένες φορές μπορεί να αντιμετωπιστεί συντηρητικά με φυσικοθεραπεία. Αν το γόνατο είναι ασυμπτωματικό τότε ο ασθενής μπορεί να επιστέψει στις αθλητικές δραστηριότητες.
 
Πολλαπλές επιστημονικές μελέτες ωστόσο έχουν δείξει, ότι η έλλειψη του προσθίου χιαστού συνδέσμου οδηγεί σε αυξημένη στροφική και εμπρόσθια-οπίσθια αστάθεια. Αυτή δεν είναι πάντα συμπτωματική. Παρά την έλλειψη συμπτωμάτων, η ανεπάρκεια του προσθίου χιαστού συνδέσμου μπορεί να οδηγήσει σε βλάβη των μηνίσκων και σε πρώιμη ανάπτυξη οστεοαρθρίτιδα.

Ο πρωταρχικός στόχος της συνδεσμοπλαστικής του προσθίου χιαστού συνδέσμου είναι να αυξήσει την σταθερότητα του γόνατος και κατά συνέπεια να καθυστερήσει της εμφάνισης της οστεοαρθρίτιδας. Έτσι, οι ασθενείς οποιασδήποτε ηλικίας που διατηρούν ένα σχετικά ενεργό τρόπο ζωής μπορούν να επωφεληθούν από την συνδεσμοπλαστική του προσθίου χιαστού συνδέσμου. Η απόφαση για το αν πρέπει ή όχι να προχωρήσουν σε αποκατάσταση του προσθίου χιαστού συνδέσμου παραμένει μια προσωπική επιλογή με βάση τις διαθέσιμες πληροφορίες, και συζήτηση με το χειρουργό.
 
Η χειρουργική αποκατάσταση του προσθίου χιαστού συνδέσμου σήμερα γίνεται αρθροσκοπικά μέσα από δύο μικρές τρύπες εκατέρωθεν του γόνατος και με την χρήση αυτομοσχευμάτων (του ίδιου του ασθενή) ή αλλομοσχευμάτων (από ιδικές τράπεζες). Σκοπός της συνδεσμοπλαστικής είναι η ανατομική ανακατασκευή του προσθίου χιαστού συνδέσμου. Το πλεονέκτημα του αλλομοσχεύματος είναι ο μειωμένος χειρουργικός χρόνος, καθώς το μόσχευμα δεν συλλέγεται κατά τη διάρκεια της επέμβασης και η ταχύτερη ανάρρωση λόγο του μικρότερου τραύματος. Το μειονέκτημα είναι τα μοσχεύματος ακτινοβολούνται για να μειωθεί ο κίνδυνος μολυσματικών ασθενειών. Αυτό δυστυχώς μειώνει τις μηχανικές ιδιότητες του μοσχεύματος και ως εκ τούτου αυξάνει την πιθανότητα επαναρήξης.
 
Η αποθεραπεία μετά το χειρουργείο περιλαμβάνει:
1. Μερική φόρτιση του σκέλους με χρήση βακτηριών (πατερίτσες) για τις πρώτες 10 ημέρες
2. Χρήση μετεγχειρητικά ενός προστατευτικού κηδεμόνα (νάρθηκα) για 6 εβδομάδες.
3. Φυσιοθεραπεία για την ανάκτηση της κίνησης και την ανάκτηση της μυϊκής ισχύς.
 
Συνήθως μετά από 6 έως 9 μήνες ο ασθενής είναι σε θέση να επιστρέψει στις αθλητικές δραστηριότητες.
 
 Κάκωση οπίσθιου χιαστού
Ο οπίσθιος χιαστός βρίσκεται στο πίσω μέρος του γόνατος. Αυτός αποτρέπει την οπίσθια ολίσθηση της κνήμης πάνω στο μηριαίο καθώς και την υπερέκταση του γόνατος. Η ρήξη του οπίσθιου χιαστού συνδέσμου είναι πολύ πιο σπάνια από ότι αυτή του προσθίου χιαστού συνδέσμου. Η χειρουργική αποκατάσταση του οπισθίου χιαστού συνδέσμου είναι λιγότερο συχνή από ότι αυτή του προσθίου χιαστού συνδέσμου. Ανάλογα με τη σοβαρότητα του τραυματισμού, η κάκωση του προσθίου χιαστού συνδέσμου ταξινομείται σε:
 
1ου Βαθμού: Αυτή είναι απλά μια διάταση των ινών και δεν υπάρχει πλήρης διακοπή ή σημαντική επιμήκυνση του οπίσθιου χιαστού συνδέσμου. Κατά την εξέταση, υπάρχει οπίσθια αστάθεια μικρότερη από 0,5 εκατοστά.
2ου Βαθμού: Αυτή είναι μια διάταση των ινών και δεν υπάρχει πλήρης διακοπή. Υπάρχει όμως σημαντική επιμήκυνση του οπίσθιου χιαστού συνδέσμου και κατά την εξέταση, υπάρχει οπίσθια αστάθεια από 1,5 έως 0,5 εκατοστά.
3ου Βαθμού: Αυτή είναι μια πλήρης ρήξη του οπίσθιου χιαστού συνδέσμου η οποία δίνει οπίσθια αστάθεια μεγαλύτερη των 1,5 εκατοστών.
 
Οι ρήξεις 1ου και 2ου βαθμού συνήθως αντιμετωπίζονται συντηρητικά (χωρίς χειρουργική επεμβαση). Ένας κηδεμόνας (νάρθηκας) φοριέται για 8 εβδομάδες και η ενεργητική κάμψη του γόνατος δεν επιτρέπεται για την ίδια περίοδο.
 
Μια ρήξη 3ου βαθμού του οπισθίου χιαστού συνδέσμου μπορεί να αντιμετωπιστεί συντηρητικά όταν αυτή είναι μεμονωμένη. Όταν αυτή συνοδεύεται απο άλλες συνδεσμικές κακώσεις ή συντηρητική θεραπεία συνήθως καταλήγει σε ένα ασταθές και συμπτωματικό γόνατο. Σε αυτή την περίπτωση η συνδεσμοπλαστική κρίνεται απαραίτητη.
 
Η χειρουργική αποκατάσταση του προσθίου χιαστού συνδέσμου σήμερα γίνεται αρθροσκοπικά μέσα από δύο μικρές τρύπες εκατέρωθεν του γόνατος. Για την ανακατασκευή του προσθίου χιαστού συνδέσμου μπορεί να χρησημοποιηθούν αυτομοσχεύματα (του ίδιου του ασθενή) ή αλλομοσχεύματα (από ιδικές τράπεζες). Μετεγχειρητικά ο ασθενής φοράει ενα κηδεμόνα (ναρθηκας) για 8 εβδομάδες.
 
Η πλήρης επιστροφή στις αθλητικές δραστηριότητες μετά από μια ρήξη του οπίσθιου χιαστού συνδέσμου επιτυγχάνεται σε 4 έως 9 μήνες, ανάλογα με το βαθμό της ρήξης και την απαιτούμενη θεραπεία.
 
 Κακώσεις του Αρθρικού Χόνδρου

Όλες οι οστικές επιφάνειες στο εσωτερικό της άρθρωσης του γόνατος επένδυονται από ένα λείο ανθεκτικό ιστό, τον αρθρικό χόνδρο. Αυτός ο χόνδρος επιτρέπει την ομαλή, χωρίς τριβές κίνηση του ενός οστού πάνω στο άλλο.
 
Ο αρθρικός χόνδρος μπορεί να υποστεί μια σοβαρή οξεία βλάβη η οποία συνήθως περιλαμβάνει την πλήρη απώλεια του χόνδρου σε ένα μικρό τμήμα της αρθρικής επιφάνειας. Οταν συμβεί αυτό, το υποχόνδριο οστό αποκαλύπτεται και μένει εκτεθειμένο στις αυξημένες τριβές κατά τις κινήσεις του γόνατος οδηγώντας έτσι σε πόνο και επιταχυνόμενη φθορά. Είναι πολύ σημαντικό να σημειωθεί οτι όταν αυτή η κάκωση διαγνωστεί νωρίς ο χόνδρος έχει την ικανότητα να θεραπευθεί αυτόματα χωρίς χειρουργική επέμβαση. Αυτό συνεπάγεται, ωστόσο, σε παύση όλων των αθλητικών δραστηριοτήτων για τουλάχιστον τέσσερις μήνες. Συχνά ένας αρθρωτός κηδεμόνας με ελέγχομενο εύρος κίνησης είναι απαραίτητος.
 
Όταν ο αρθρικός χόνδρος αποτυγχάνει να θεραπευθεί αυτόματα, υπάρχουν διάφορες χειρουργικές επιλογές.Η πιο διαδεδομένη και μία από τις πιο επιτυχημένες επιλογές είναι χονδροπλαστική ή τεχνική μικροκαταγμάτων Steadman. Αυτή περιλαμβάνει τον αρθροσκοπικό καθαρισμό της βλάβης για να βεβαιωθεί ο χειρουργός ότι το εκτεθειμένο οστό είναι φρέσκο, χωρίς την επένδυσή του από ουλώδη ιστό. Στη συνέχεια εντός του οστού γίνονται πολλαπλές μικρές οπές, η οποίες επιτρέπουν μυελό των οστών και αίμα να διαφύγει από το οστό και να εισέλθει στο γόνατο.
 
Η αιμορραγία στην βλάβη δημιουργεί αυτό που είναι γνωστό ως ο "super θρόμβος". Αυτός ο «σούπερ θρόμβος" παγίδευει τα κύτταρα του μυελού των οστών καθώς αυτά ρέουν έξω από τον μυελό. Αυτά τα κύτταρα αποτελούν «βλαστικά κύτταρα». Με επαρκή διέγερση με τη μορφή κίνησης χωρίς όμως φόρτιση τα βλαστικά κύτταρα διεγείρονται για να σχηματίσουν χόνδρο. Ο χόνδρος που καλύπτει τα ελλείμματα είναι ινώδης χόνδρος και όχι ελαστικός χόνδρος όπως αυτός με τον οποίο γεννιόμαστε. Αυτός ωστόσο δημιουργεί ένα λείο, σκληρό πώμα το οποίο γεμίζει την βλάβη.
 
Περαιτέρω επιλογές για την πλήρωση των ελλειμμάτων είναι τη συγκομιδή χόνδρινων κυττάρων απο τον αρθρικό χόνδρυ τα οποία στη συνέχεια αποστέλλονται σε ένα εργαστήριο για να αναπτυχθεί ένα φύλλο χόνδρου που μπορεί να εισαχθεί εκ νέου στο γόνατο μετά από έξι εβδομάδες. 
 
Μια άλλη διαθεσιμη επιλογή είναι η εισαγωγή ενός έτοιμου πλέγματος στην θέση του ελλείμματος πάνω στο οποίο ο οργανισμός εναποθέτει χονδροκύτταρα σχηματίζοντας έτσι ένα βύσμα από αρθρικό χόνδρο. Σε περίπτωση που οι διάφορες βιολογικές επιλογές αποτύχουν υπάρχουν διάφορες μη-βιολογικές επιλογές οι οποίες περιλαμβάνουν την χρήση ενός μεταλλικού καλύμματος (Hemicap από Arthrosurface).
 
 Καθ' εξιν Εξάρθρημα Επιγονατίδας

Η επιγονατίδα βρίσκεται μπροστά από το γόνατο. Αυτή είναι ένα «οστό εντός του τένοντα του τετρακέφαλου μυός«. Η επιγονατίδα λειτουργεί ως τροχαλία αυξάνοντας κατά πολύ την δύναμη του τετρακέφαλου.
 
Η επιγονατίδα κινείται πάνω και κάτω από το κέντρο του γονάτου σε ένα αυλάκι (την τροχιλία) στο μπροστινό μέρος του μηρού. Η σταθεροποίηση της επιγονατίδας στην αυλάκωση γίνεται κυρίως από οστεοδείς παράγοντες (το βάθος και την μορφολογία του αυλακιού). Υπάρχουν επίσης σύνδεσμοι που ενισχύουν την σταθερότητα της επιγονατίδας μέσα στην αυλάκωση. Αυτοί οι συνδέσμοι βρίσκονται σε κάθε πλευρά του γόνατος και εμποδίζουν την επιγονατίδα να κινείται έξω από την τροχιλία. Αυτοί είναι ο έσω επιγονατίδο-μηριαίος σύνδεσμος (MPFL) και ο έξω επιγονατίδο-μηριαίος σύνδεσμος (LPFL).
 
Υπάρχουν ασθενείς στους οποίους η επιγονατίδα έχει την προδιάθεση να μετατοπίζεται έξω από την τροχιλία αναπτύσσοντας μια κατάσταση που ονομάζεται "εξάρθρωση". Προδιαθεσικοί παράγοντες για την εξάρθρωση της επιγονατίδας είναι:
 
1. η ρηχή τροχιλία,
 
2. η ανώμαλη ευθυγράμμιση του ποδιού η όποια επηρεάζει την κατεύθυνση στην οποία η επιγονατίδα κινείται όταν ο τετρακέφαλος μυς συσπάται με αποτέλεσμα να βγαίνει εκτός της τροχιλίας και
 
3. η συνδεσμική αστάθεια η οποία είναι πιο συχνή σε ασθενείς που πάσχουν από γενικευμένη συνδεσμική χαλαρότητα.
 
Η επιγονατίδα όταν εξαρθρώνεται προκαλεί ρήξη στον MPFL. Επίσης ο αρθρικός χόνδρος της επιγονατίδας μπορεί να υποστεί βλάβη κατά το εξάρθρημα της επιγονατίδας. Η απόφαση για το αν η θεραπεία ενός εξαρθρήματος της επιγονατίδας θα είναι συντηρητική (χωρίς χειρουργείο) ή χειρουργική εξαρτάται από:
 
1. Εάν αυτό είναι το πρώτο επεισόδιο. Τότε αυτό μπορεί να αντιμετωπιστεί συντηρητικά. Ειδάλλως χρήζει χειρουργική αποκατάστασης
 
2. Ηλικία. Οι έφηβοι και τα παιδιά καθώς ωριμάζουν «σταθεροποιούν» την επιγονατίδα. Συνεπώς η αντιμετώπιση είναι συντηρητική.
 
3. Εάν ο τραυματισμός είναι υψηλή ή χαμηλή ενέργειας. Στην περίπτωση ενός τραυματισμού υψηλής ενέργειας τραυματισμό σε ένα άτομο με αυξημένη γενικευμένη ελαστικότητα (hyperlaxicity) ο MPFL είναι πιθανό να υποστεί ρήξη. Αυτή η ρήξη απαιτεί ανακατασκευή.
 
4. Μια βλάβη του αρθρικού χόνδρου της επιγονατίδας μπορεί να απαιτήσει χειρουργική αποκατάσταση.
 
Η συντηρητική αντιμετώπιση περιλαμβάνει την χρήση ενός κηδεμόνα (νάρθηκα) και φυσιοθεραπεία. Ο στόχος της χειρουργικής επέμβασης είναι να σταθεροποιηθεί ο MPFL, και ως εκ τούτου, η επιγονατίδα. Αυτό γίνεται από την ανασύνθεση του MPFL χρησιμοποιώντας μόσχευμα.
 

 

 

Πίσω